30/8/13

Στέφανος Κορκολής "Ένα 50% της μουσικής μου ζωής λέγεται Μίκης Θεοδωράκης"


Ο Στέφανος Κορκολής, ένας από τους πιο ταλαντούχους μουσικούς & συνθέτες της γενιάς του, συμπράττει με τον μέγιστο – κατά πολλούς – των συνθετών, το σπουδαίο Μίκη Θεοδωράκη. Ο Μίκης εκτιμώντας τις ικανότητες του Στέφανου του εμπιστεύθηκε το συμφωνικό του έργο. Εκείνος, με τη σειρά του πήρε πολύ σοβαρά το ρόλο του, αποδεικνύοντας ότι, ακόμα και στις μέρες μας, υπάρχουν καλλιτέχνες που γνωρίζουν να τιμούν τα λιγότερα γνωστά έργα μεγάλων δημιουργών. Σε ένα διάλειμμα από τις συνεχείς πρόβες και τα διαρκή ταξίδια ανά την Ευρώπη, ο Στέφανος Κορκολής μίλησε στο Όγδοο για τη γνωριμία και τη συνεργασία του με το μεγάλο συνθέτη, αλλά και για όλα όσα ο ίδιος πιστεύει και υποστηρίζει, ενώ παραχώρησε στο περιοδικό μας ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό.

Πριν από λίγες μήνες βρέθηκες στην επίσημη πρεμιέρα της ταινίας «Ανακυκλώνοντας τη Μήδεια», όπου, παρουσία του συνθέτη, έπαιξες κάποια πολύ γνωστά κομμάτια του Μίκη. Τι είναι για σένα ο Θεοδωράκης;
Γνώρισα το συμφωνικό έργο του Μίκη πριν από δύο χρόνια περίπου, όταν ένας φίλος ελληνογερμανός έκανε ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Μίκης Θεοδωράκης - συνθέτης». Εμείς στην Ελλάδα γνωρίζουμε το Μίκη πιο πολύ ως τραγουδοποιό και βεβαίως, γνωρίζουμε και τα πολύ γνωστά του έργα. Όταν ανακάλυψα το συμφωνικό του έργο, πέρα από την έκπληξη και τη χαρά μου για αυτή τη μουσική, είδα ότι έχουμε έναν Έλληνα συνθέτη ισάξιο με τον Προκόφιεφ, με τον Στραβίνσκι, δηλαδή με τους τεράστιους συνθέτες του 20ου αιώνα. Εκείνη η στιγμή ήταν πάρα πολύ σημαντική στη ζωή μου, διότι ένα μέρος του εαυτού μου θέλω να το αφιερώσω στο να κάνω γνωστό αυτό το έργο του. Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, βρεθήκαμε με τον Μίκη. Ο Μίκης λέει κάτι πάρα πολύ τρυφερό που το έλεγε και πριν γνωριστούμε πάρα πολύ καλά όπως τώρα. Μου έλεγε «πότε αυτά τα χέρια θα παίξουν Μίκη Θεοδωράκη;». Για μένα αυτό ήταν πάντα μια υπέροχη ευχή και ένα υπέροχο όνειρο. Ο ρόλος μου είναι διπλός, αφού ο Μίκης θέλει να διευθύνω κιόλας. Καταλαβαίνεις τι τιμή είναι για μένα αυτό. Σίγουρα ένα 50% της μουσικής μου ζωής λέγεται πια Μίκης Θεοδωράκης κι αυτό είναι ειλημμένη απόφαση. Έχω σκοπό τελειώνοντας τη χειμερινή περιοδεία να κάτσω έξι μήνες με τις παρτιτούρες του μπροστά σε ένα πιάνο, μελετώντας νότες, στιγμές απομόνωσης, στιγμές ξύλου, στιγμές που τις παρτιτούρες τις πήρε ο αέρας και τις έστειλε στα συρματοπλέγματα. Για μένα ο Μίκης είναι ο μεγάλος Έλληνας. Ξέρεις, θεωρώ ότι ο Μίκης είναι ο πατέρας μας και όχι μόνο μουσικά. Είναι αυτός που μας δίνει δύναμη και μας εμπνέει – και ειδικά τώρα που περνάμε τα ζόρια -.

Βλέπω αυτή την αφιέρωση που σου γράφει στην παρτιτούρα που λέει «Στον Στέφανο Κορκολή με μεγάλη εκτίμηση, αγάπη και προσδοκία». Ο Μίκης περιμένει από σένα πολλά…
Ναι. Κι εγώ περιμένω από μένα. Να μπορέσω να χαϊδέψω το μεγαλείο του. Ξέρεις τι θα πει να είσαι έτσι όπως καθόμαστε εμείς εδώ τώρα μαζί με τον Μίκη και να αναλύουμε ένα έργο και να διευθύνει; Είναι απερίγραπτο.

Θα ήθελες να κάνεις αντίστοιχα αφιερώματα σε άλλους Έλληνες συνθέτες; Αν ναι, σε ποιους;
Κοίταξε, σαφώς υπάρχουν συνθέτες που λατρεύω. Ο Χατζιδάκις, ο Ξαρχάκος, ο Μούτσης, ο Σαββόπουλος. Αλλά, αυτή τη στιγμή έχω εστιάσει στον Μίκη. Το τρομακτικό με τον Μίκη είναι ότι, γράφει από το μυαλό του την παρτιτούρα, δεν την γράφει στο πιάνο και είναι αλάνθαστη! Το «Θεοδωράκης» τελικά δεν είναι τυχαίο. Είναι από τον Θεό σταλμένος, είναι δώρο Θεού. 

Mίλησέ μου για τη συνεργασία σου με την Linda Geyman.
Να σου πω πώς γνωρίστηκα με τη Linda. Μου στείλανε πριν από χρόνια δικό της υλικό να δω από τα κεντρικά της εταιρίας universal του Λονδίνου και έπαθα πλάκα! Κάπως έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μας, η οποία κορυφώθηκε με τα «Bloody faeries». Τα δουλεύουμε τρία χρόνια με την ησυχία μας και τώρα ήρθε η στιγμή να βγουν προς τα έξω. Μας ανάλαβε ως παραγωγός ο Haydn Bendall, τελειώσαμε πριν από είκοσι μέρες τις ηχογραφήσεις στο Λονδίνο και τέλος Σεπτεμβρίου θα έχουμε επιτέλους στα χέρια μας το αποτέλεσμα.

Τα «Bloody faeries» αν δεν κάνω λάθος, είναι ένα θεατρικό – μουσικό έργο που αφορά τις μεταμορφώσεις μιας γυναίκας. Η γυναίκα όντως έχει πολλές πτυχές, οι οποίες τη μεταμορφώνουν συνεχώς. Ο Στέφανος που ανήκει στο «δυνατό» φύλλο, πόσες πτυχές έχει και πόσες από αυτές δείχνει προς τα έξω;
Το ζητούμενο για μένα είναι να δείχνω προς τα έξω τη μουσική μου. Ένας που θα μπει μέσα στη μουσική μου, θα καταλάβει ποιος είμαι. Δεν είμαι ανοιχτός. Θα έλεγα ότι είμαι αντικοινωνικός στη ζωή μου. Έχω ελάχιστους φίλους, οι οποίοι δυστυχώς μειώνονται. Από την άλλη, όταν είσαι φίλος με αυτό που κάνεις, νομίζω ότι καλύπτεται η όποια αδυναμία.

Αν η χώρα μας έχει έναν και μόνο δικό της ήχο, ποιος είναι αυτός;
Κρήτη, μοιρολόγια της Μάνης, ήχοι της Μακεδονίας, της Θράκης. Έχουμε συγκλονιστική παραδοσιακή μουσική. Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν πιτσιρικάς είχα κάνει ένα γκρουπ με τον ξάδελφό μου, τον Αντώνη Πλέσσα, που λεγόταν «Polyrhythmics». Παίρναμε παραδοσιακούς ήχους και τους παίζαμε με διαφορετικό τρόπο.

Φανταζόσουν πριν από 20 χρόνια ότι η καλλιτεχνική σου πορεία θα είχε την εξέλιξη που έχει ή τα περίμενες αλλιώς τα πράγματα; 
Όχι, αυτό φανταζόμουν. Φανταζόμουν, δηλαδή, ότι κάποια στιγμή θα τελείωνα με τον εφηβικό μου κύκλο και ότι θα προχωρήσω σε άλλου τύπου πράγματα. Δόξα τω Θεώ, όλα πήγαν καλά.

Πέτυχες τον στόχο σου.
Ποτέ δεν πετυχαίνεις τον στόχο σου. Ξέρεις, η μουσική είναι σαν σκιά. Απλώς, δε σε ακολουθεί, αλλά την ακολουθείς. Έχω πάρα πολλά πράγματα στο μυαλό μου που θέλω να κάνω.

Έχεις φτάσει ποτέ στο σημείο να μη θελήσεις να ακουμπήσεις τα πλήκτρα του πιάνου έστω και για μία ημέρα; Να πεις δηλαδή «σήμερα θα ξεκουραστώ»;
Ναι και όχι μόνο για μια μέρα, αλλά και για εβδομάδα. Είμαι υπέρτατα κουρασμένος σε βαθμό λύπης. Με έχουν κουράσει πάρα πολύ τα ταξίδια. Ατελείωτες ώρες στο αεροπλάνο, οι οποίες είναι εντελώς άχρηστες κι αυτό με διαλύει. Πραγματικά, όταν φτάνω σε έναν τόπο, αν δεν πρέπει να παίξω, δε θέλω καν να σκεφτώ τη μουσική. Τα τελευταία έξι χρόνια ξυπνάω και δεν ξέρω πού είμαι.

Πώς περνάς τις μέρες που δεν παίζεις πιάνο;
Διαβάζω λογοτεχνία ή γεωγραφία ή ιστορία. Αν δω τηλεόραση, βλέπω σειρές από το National Geografic. Μου αρέσει πάρα πολύ επίσης να χαζεύω σειρές τύπου NCIS. Εκεί κολλάω και ξενυχτάω. Για τις ειδήσεις εννοείται ότι ενημερώνομαι μέσω ίντερνετ κάθε πρωί. Απορώ, μάλιστα, γιατί την καινούρια δημόσια τηλεόραση την ονόμασαν ΔΤ και όχι ΔΝΤ, δηλαδή Δημόσια Νέα Τηλεόραση. Ενδιαφέρον δε θα ήταν; 

Μια και το ανάφερες το θέμα της δημόσιας τηλεόρασης, έχεις να πεις κάτι πάνω σε αυτά που συνέβησαν πριν από 2,5 μήνες; Πέρυσι είχες παίξει στο Ηρώδειο με τη Σύγχρονη Ορχήστρα της ΕΡΤ.
Δεν έχω να πω κάτι παραπάνω. Απλώς, θα έπρεπε να λέγεται ΔΝΤ. Τι άλλο να πω; Τι να πω για τις ορχήστρες; Κάτι σοβαρό πήγε να γίνει και χάθηκε κι αυτό. Σίγουρα, παντού υπάρχουν οι εκμεταλλευτές καταστάσεων, αλλά δεν είναι όλοι έτσι. Με ενόχλησε πολύ ο τρόπος που έγινε το σκηνικό. Τότε που έγινε, ήμουν στο Λονδίνο. Ενοχλήθηκαν πολύ οι Ευρωπαίοι που μου το είπαν και τρελάθηκα. Ήταν άκομψος ο τρόπος.

Ας κλείσουμε τη συνέντευξη με κάτι ονειρικό. Κλείνοντας τα μάτια σου και προσπαθώντας να χαλαρώσεις, που βρίσκεσαι;
Βρίσκομαι στην Κρήτη και συγκεκριμένα στο Κολυμπάρι και στα Φαλάσαρνα. Κλείνω τα μάτια, αγναντεύω και εμπνέομαι…

28/8/13

Linda Geyman "Ρωσία – Ελλάδα: Σπίτι είναι όπου βρίσκεται η καρδιά!"


Η Linda Geyman με καταγωγή από τη Μόσχα είναι μια καλλιτέχνιδα ιδιαίτερα γνωστή στη χώρα της με δισκογραφία που ξεκινά ήδη από το 1993 όταν κυκλοφόρησε το πρώτο της single. Tα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται και στον ελληνικό καλλιτεχνικό χώρο, αφού η δουλειά της με τίτλο «AleAda» - μια παραγωγή του Στέφανου Κορκολή – κυκλοφόρησε και σε ελληνική έκδοση το 2007, ενώ η συνεργασία της με το συνθέτη συνεχίζεται σταθερά.
Η Linda Geyman είναι μια ξεχωριστή, πολυδιάστατη τραγουδοποιός, η οποία με το ταλέντο και τη σκηνική της παρουσία καταφέρνει να μαγνητίζει όσους την παρακολουθούν στη σκηνή. Σύντομα, θα βρεθεί επί σκηνής μαζί με το Στέφανο Κορκολή, προκειμένου να παρουσιάσει τέσσερις εικόνες από την επερχόμενη κοινή δουλειά τους, τα «Bloody Faeries», αλλά και για να τραγουδήσει κάποια από τα πιο αγαπημένα τραγούδια του Έλληνα συνθέτη. Η ημερομηνία και ο χώρος της συναυλίας αυτής θα ανακοινωθεί σύντομα.  Στην πρώτη της συνέντευξη για ελληνικό μέσο που ακολουθεί, η Linda μας μίλησε για το ξεκίνημα της καριέρας της και για άλλα πολλά.

Linda, νομίζω ότι αυτή είναι η πρώτη σου συνέντευξη για ελληνικό περιοδικό. Παρακολουθείς έστω και στο ελάχιστο την εγχώρια μουσική σκηνή; Αν ναι, ποιοι καλλιτέχνες σου αρέσουν;
Ναι, είναι η πρώτη! Γνωρίζω πολύ καλά το Στέφανο Κορκολή και το Μίκη Θεοδωράκη. Είναι η ιστορία της μουσικής και θα είναι για μια ζωή. Ήμουν συνέχεια στις πρόβες που έκαναν. Υπάρχει μεγάλη αγάπη, μεγάλη φιλία. Επίσης, μου αρέσει πολύ ο Μάνος Χατζιδάκις. Νομίζω ότι αν κάποιος ακούει αυτούς τους δύο συνθέτες, δε χρειάζεται κάτι παραπάνω! Επίσης, γνωρίζω την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, στην οποία έδωσα ένα τραγούδι μου στον τελευταίο της δίσκο, το «Κλειδί».

Σε ποιο μουσικό είδος θα τοποθετούσες τον εαυτό σου;
Κατά τη γνώμη μου, δεν έχω συγκεκριμένο στυλ. Η μουσική είναι μία. Το μόνο που πρέπει είναι αυτό που κάνεις, να προέρχεται από την καρδιά. 

Όταν είσαι στο σπίτι και χαλαρώνεις, τι είδους μουσική ακούς;
Τίποτα. Μου αρέσει η ησυχία, το να μιλάω με τον εαυτό μου και είναι κάτι που απολαμβάνω. Είναι σαν να προσεύχομαι εκείνη την ώρα. 

Μίλησέ μου λίγο για την πορεία της καριέρας σου.
Όταν ήμουν στο σχολείο, δημιούργησα ένα γκρουπ. Μια κινηματογραφική εταιρία παραγωγής επέλεξε ένα πολύ αστείο τραγούδι μας για να συμμετάσχει σε ένα φιλμ. Θυμάμαι ότι υποδύθηκα τον άνδρα… Μετά από αυτό, γνώρισα ναν πολύ ενδιαφέροντα άνθρωπο από το Θέατρο Ερμιτάζ της Μόσχας, ο οποίος ασχολούνταν με την ευρυθμία, δηλαδή με την τέχνη μέσω της κίνησης του σώματος. Αρχίσαμε να δουλεύουμε με αυτόν και σιγά σιγά πήρε κάποιους στίχους μου και δουλέψαμε πάνω σε αυτούς. Με γνώρισε με τον δάσκαλό μου, τον Χατζιτούροφ που δίδασκε σε ωδείο. Μου ζήτησε να πάω στην τάξη του, όπου με προετοίμασε για τις εξετάσεις μου. Παράλληλα, η οικογένειά μου με προετοίμαζε για να γίνω δικηγόρος. Στο ωδείο, επέλεξα να ασχοληθώ με την ποίηση της Αχμάτοβα που είναι μία από τις μεγαλύτερες ποιήτριες στη Ρωσία. Η ποίησή της αφορούσε το θέμα της προσευχής. Μια φορά, δεν ξέρω πως, η σκηνή ήταν πολύ παλιά. Εγώ φορούσα τεράστιες μπότες και οι κινήσεις μου ήταν πολύ δυνατές. Όταν, άρχισα, λοιπόν, να χορεύω, η σκηνή έσπασε κι εγώ έπεσα κλαίγοντας από τον πόνο, χωρίς, όμως, να σταματήσω να λέω το ποίημα… Εκείνοι πίστεψαν ότι έκλαιγα λόγω του ρόλου και ξετρελάθηκαν! Μετά γνώρισα τη γυναίκα του Ροστροπόβιτς, την Γκαλίνα Βισνιέφσκαγια που μου έδωσε εξαιρετικές συμβουλές για τη θέση του εαυτού μου στη δική μου παράσταση. 

Η ζωή σου έχει συνεχείς εναλλαγές. Ρωσία, Ελλάδα, άλλες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου, γενικότερα, είναι πλέον σαν το δεύτερο σπίτι σου. Όλη αυτή η διαρκής κινητικότητα σε ευχαριστεί ή σε κουράζει;
Μεγάλωσα αλλάζοντας δεκαπέντε πόλεις. Άλλαζα σχολείο ακόμα και δυο ή τρεις φορές μέσα σε έναν χρόνο. Οπότε, για μένα όλες αυτές οι μετακινήσεις είναι πάρα πολύ συνηθισμένες. Είναι πολύ σημαντικό να έχω γύρω μου ανθρώπους που αγαπώ και που με αγαπούν. Αν γίνεται αυτό, τότε όπου και να είμαι, είναι ο τόπος μου. Αν περνάς κάπου καλά και δεν τρέχεις για να ξεφύγεις από τον εαυτό σου, τότε εκεί είναι το σπίτι σου.

Σε ποια χώρα – πέρα από τη Ρωσία – θα μπορούσες να ζήσεις μόνιμα και γιατί;
Είναι σε μια μικρή πόλη κοντά στο Μόναχο, το Ερλάγκεν. Οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ απλοί, πολύ ανοιχτοί. Η συμπεριφορά τους θυμίζει κάτι από ελληνική επαρχία.
Παρακολουθώντας κάποια βίντεο από τα «Bloody Faeries» στο ίντερνετ, διαπιστώνω ότι είσαι μια παρουσία που στη σκηνή κυριολεκτικά μεταμορφώνεται. Είσαι και στη ζωή σου έτσι πολυδιάστατη;
Όχι. Στη σκηνή βγάζω αυτά που ζω στη ζωή μου. Οποιαδήποτε κίνηση κι αν κάνω, όπως το να πάω να ψωνίσω κάτι, το εκφράζω μετά πάνω στη σκηνή. Όλα είναι μέρος της τέχνης, είναι ένα είδος προετοιμασίας. Όταν, λοιπόν, είμαι στη σκηνή, γιορτάζω όλα αυτά που έχω ζήσει. 


Θα ήθελες να γίνεις πιο γνωστή στη χώρα μας, κάνοντας ίσως περισσότερες εμφανίσεις και τραγούδια;
Εννοείται! Όσο περισσότερος κόσμος καταλαβαίνει τι κάνεις, τόσο το καλύτερο. Δεν έχει νόημα αν αυτό που κάνεις μένει μόνο στο πλαίσιο του δωματίου σου. Είναι πολύ σημαντικό να το μοιράζεσαι με ανθρώπους, έστω κι αν δεν ξέρουν τη γλώσσα. Άλλωστε, η γλώσσα είναι η μουσική. 


www.ogdoo.gr 

26/8/13

Ο Γιώργος Περαντάκος έκλεισε οριστικά το μάτι στη ζωή…




Ο Γιώργος Περαντάκος δεν είναι πια εδώ. Αυτό είναι ένα γεγονός που, με κάποιον τρόπο, θα πρέπει να αποδεχτούν όλοι όσοι είχαν την τύχη να βρεθούν έστω και για λίγο κοντά του είτε επαγγελματικά είτε προσωπικά –ή και τα δύο-. Όμως, πως μπορεί, αλήθεια, να περιγράψει κανείς σε ένα λευκό ηλεκτρονικό χαρτί τα αμέτρητα συναισθήματα που έχει για έναν νέο άνθρωπο που έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο τόσο άδικα; Πώς μπορούν να χωρέσουν μέσα σε λίγες λέξεις οι σκέψεις που οδηγούν σε πόνο, θλίψη και στεναχώρια για την απώλεια ενός καλλιτέχνη με Κ κεφαλαίο; Ο Γιώργος Περαντάκος βιάστηκε να αποχωρήσει από τη ζωή. Βιάστηκε να της «κλείσει το μάτι» όπως – προνοητικά, ίσως; – είχε ερμηνεύσει σε ένα κομμάτι του πριν από τέσσερα χρόνια… Γιατί; Γιατί το έκανε αυτό; Γιατί τόσο νωρίς; Γιατί τώρα, που η καριέρα του ήταν σε έναν πάρα πολύ καλό δρόμο, μετά την ένταξή του στο συγκρότημα «Τρίφωνο»; Γιατί τώρα, που η προσωπική του ζωή ήταν στην καλύτερή της φάση μετά τον πρόσφατο γάμο του; Χιλιάδες τα «γιατί» που θα παραμείνουν αναπάντητα…

Η ουσία είναι μία. Ο Γιώργος δεν επέλεξε αυτή τη φυγή. Η φυγή ήρθε και τον βρήκε, κάνοντας αισθητή την παρουσία της λίγους μήνες πριν. Κι εκείνος έκανε τα πάντα για να την αποφύγει, για να την διώξει από κοντά του. Προσπάθησε, πάλεψε, έπεσε μαχόμενος, αλλά, τελικά, από αυτή τη φυγή κανείς δε γλιτώνει. Μέχρι την ύστατη στιγμή είχε προγραμματισμένη συναυλία για την Πανσέληνο του Αυγούστου στο νησί του, τη Χίο και έκανε τα πάντα για να την πραγματοποιήσει. Δεν έχει σημασία αν ο Γιώργος ήταν το καλύτερο παιδί του καλλιτεχνικού χώρου –γιατί, ήταν-, όπως δεν έχει σημασία αν ο Γιώργος στάθηκε άτυχος που συνάντησε πολλές ώρες αρχύτερα αυτό που θα συναντήσουμε όλοι κάποια στιγμή. Σημασία έχει ότι ο Γιώργος έφυγε από τη γη για να προσφέρει κάπου αλλού τη μόνιμη αισιοδοξία του και το ταλέντο του. Κάπου που, προφανώς, τον έχουν περισσότερη ανάγκη από ό,τι εδώ. Γιατί, δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς αυτό το κακό γεγονός. Αυτό το άσχημο μαντάτο που βύθισε σε πένθος όλους εμάς που τον γνωρίσαμε, που τον αγαπήσαμε, που τον πιστέψαμε.

Καλά να περνάς εκεί που είσαι, Γιώργο… Εμείς εδώ θα συνεχίζουμε να υπάρχουμε -όπως και για όσο μπορούμε- έχοντας στο μυαλό μας τις όμορφες στιγμές που ζήσαμε μαζί σου 


www.ogdoo.gr 

9/8/13

Δήμητρα Γαλάνη - Κώστας Μακεδόνας "Να μείνουν μόνο τα τραγούδια"


Το χειμώνα του 1998-1999 στη «Μέδουσα» παρουσιάστηκε η μουσική παράσταση των Θανάση Παπαθανασίου Μιχάλη Ρέππα με τίτλο «Να μείνουν μόνο τα τραγούδια». Με τη βοήθεια της ζωντανής ηχογράφησης, ευτυχώς, τα τραγούδια έμειναν. Έμειναν όπως ακριβώς ερμηνεύτηκαν από τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Κώστα Μακεδόνα εκείνη τη σεζόν. Τριάντα τρεις αγαπημένες μελωδίες που τραγουδήθηκαν, πέρα από τους δυο προαναφερθέντες καλλιτέχνες, από μια αξιοπρεπέστατη ομάδα νέων τότε ηθοποιών και τραγουδιστών. Σίγουρα, το συναίσθημα που αποτυπωνόταν στη ζωντανή παρακολούθηση της παράστασης, δε μπορεί να συγκριθεί με εκείνο του cd , αλλά, όπως και να’ χει, το να ακούει κάποιος στη σημερινή εποχή την έμπειρη Δήμητρα Γαλάνη, τον πάντα σωστό Κώστα Μακεδόνα και τους υπόλοιπους εξαιρετικούς συντελεστές (Βασιλική Ανδρίτσου, Φαίδρα Δρούκα, Εύα Καμινάρη, Κρατερό Κατσούλη, Γιάννη Μαθέ, Σπύρο Περδίου) σε πολύ γνωστά και κλασικά τραγούδια, δεν παύει να είναι μια μεγάλη ικανοποίηση. Ποιο είναι, όμως, επί του πρακτέος το μουσικό στίγμα αυτής της παράστασης; Με αφετηρία το «Μάνα μου Ελλάς» των Ξαρχάκου - Γκάτσου που «ανοίγει» το cd , το «Κάτι με τραβάει κοντά σου» των Σουγιούλ – Γαϊτάνου συναντάει το παραδοσιακό αμερικανικό εμβατήριο «Γιούπι για» και τα «Παλαμάκια» του Μητσάκη. Αργότερα, τη «Θεσσαλονίκη» των Μικρούτσικου – Καββαδία ακολουθεί το «Ζεϊμπέκικο» του Σαββόπουλου και λίγο πιο κάτω, το «Ήταν μια φορά κι έναν καιρό» των Χατζηνάσιου - Στίππα τις «Ουσίες» των Δανίκα – Λαζόπουλου. Στο βιβλιαράκι του δίσκου που είναι φτιαγμένο από σκληρό χαρτί (όπως και ολόκληρη η έκδοση), πέρα από τις βασικές πληροφορίες για τη λίστα τραγουδιών και δυο λόγια από τους συγγραφείς, υπάρχουν κριτικές που γράφτηκαν εκείνη την εποχή από πολύ γνωστούς δημοσιογράφους μεγάλων εφημερίδων. Όλες είναι διθυραμβικές – και όχι άδικα. Η ηχογραφημένη παράσταση «Να μείνουν μόνο τα τραγούδια» μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια από τις καλύτερες ζωντανές στιγμές της δεκαετίας του ’90. Τότε, δηλαδή, που η ελληνική δισκογραφία ήταν στο ζενίθ της, με αποτέλεσμα την πολύ συχνή κυκλοφορία cd που στο τέλος κάθε τραγουδιού ακουγόταν το δυνατό χειροκρότημα των θεατών. 

4/8/13

Χάρις Αλεξίου "Γυρίζοντας τον κόσμο & Ένα φιλί του κόσμου"

 
Κατά πόσο είναι εφικτό σε ένα και μόνο cd να αποτυπωθούν στιγμές ζωντανών εμφανίσεων μιας πολύ δημιουργικής πενταετίας; Η Χάρις Αλεξίου βρήκε τον τρόπο και κυκλοφόρησε το 1997 τον δίσκο «Γυρίζοντας τον κόσμο & Ένα φιλί του κόσμου». Ρόδον, Λυκαβηττός, Τόκιο, Νέα Υόρκη, Ηρώδειο, Κύπρος, Παρίσι, Λονδίνο, Νεφέλη ’95, Σίνδεϊ, Τορόντο, Νεφέλη ’96, Ο.Α.Κ.Α., Παλαί ντε σπορ και Θεσσαλονίκη είναι τα μέρη όπου η μεγάλη ερμηνεύτρια πραγματοποίησε εμφανίσεις από το 1992 έως το 1997, απόρροια των οποίων είναι αυτός ο δίσκος.
Βέβαια, πριν από αυτό το άλμπουμ, είχε προηγηθεί η αυτόνομη κυκλοφορία του καθενός εκ των δύο cd, «Γυρίζοντας τον κόσμο» και «Ένα φιλί του κόσμου» που παρουσιάστηκαν την άνοιξη του 1996 και 1997 αντίστοιχα και σημείωσαν πλατιά εμπορική επιτυχία γι’ αυτό και αποφασίστηκε να εκδοθεί το Δεκέμβρη του 1997 ένα «πάντρεμα» και των δύο στην πολυτελή έκδοση που παρουσιάζεται σε αυτό το κείμενο.
Πέρα από την εξαιρετική εμφάνιση του cd -αφού μέσα στο βιβλιαράκι υπάρχουν δεκάδες φωτογραφίες, αφίσες και δημοσιεύματα για τη Χαρούλα από το εσωτερικό και το εξωτερικό, κάτι που είναι πολύ χρήσιμο ειδικά για τους θαυμαστές της-, τα είκοσι δύο τραγούδια που απαρτίζουν το δίσκο είναι όλα ένα κι ένα. Σκιαγραφούν με επιτυχία το γνωστό προφίλ αλλά αναδεικνύουν και τις επιλογές της ερμηνεύτριας από «ξένα περιβόλια». Ταυτόχρονα, οι ερμηνείες της Αλεξίου είναι, απαράμιλλες καθώς η ίδια βρίσκεται σε μια ευλογημένη –ακόμη τότε- στιγμή της πολύχρονης διαδρομής της. Τα «Το tango της Νεφέλης», «Ψυχές και σώματα», «Το τραγούδι του χελιδονιού», «Πανσέληνος», «Οι φίλοι», «Για ένα tango» και άλλα πολλά προέρχονται από την προσωπική της δισκογραφία, ενώ δε λείπουν οι ευχάριστες εκπλήξεις με τραγούδια που «ανήκουν» σε άλλους ερμηνευτές, αλλά που αποτυπώνονται μοναδικά από τη Χαρούλα, όπως τα «Άνθρωποι μονάχοι», «Ταμπακιέρα», «Πολλές φορές», «Αχ χελιδόνι μου».
Η στόφα και η αξία της Χαρούλας Αλεξίου είναι δεδομένες και «δικαιωμένες» από ειδικούς καθώς και το ευρύ κοινό. Το να έχει, λοιπόν, κάποιος στη δισκοθήκη του αυτή τη μουσική έκδοση, είναι σίγουρα πλεονέκτημα. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που ο ακροατής μπορεί να αναρωτηθεί για ποιον λόγο δεν ήταν κι εκείνος παρών σε έστω και μία από αυτές τις συναυλίες για να ζήσει εκ του φυσικού όλα αυτά τα αισθήματα που δημιουργούνται με το προσεκτικό άκουσμα αυτού του δίσκου.