20/5/12

Βαγγέλης: Κορακάκης "Όταν θα τελειώσει το μπουζούκι, θα ‘χει τελειώσει και η Ελλάδα"


Ο Βαγγέλης Κορακάκης, στα 51 του χρόνια, είναι ένας από τους αυθεντικότερους λαϊκούς συνθέτες της σύγχρονης μουσικής σκηνής. Πέρα, όμως, από τη δημιουργική του ιδιότητα, έχει μια ιδιαιτέρως χαρακτηριστική φωνή, μια και η χροιά του έχει έναν ηχόχρωμα που πηγάζει από το παρελθόν των ένδοξων δεκαετιών του λαϊκού τραγουδιού. Η στάση της ζωής του είναι απλή, αφού εξακολουθεί και ζει στο σπίτι που γεννήθηκε, στην Καισαριανή. Είναι ένας χώρος που θυμίζει την εποχή των δεκαετιών του ’30 και του ’40, δηλαδή με μια κεντρική αυλή και γύρω γύρω μικρά σπίτια. Με αφορμή την κυκλοφορία του καινούριου του δίσκου «Χωματόδρομος», έγινε σε αυτό το τόσο όμορφο περιβάλλον η συνέντευξη που ακολουθεί ένα απόγευμα του Μάη που ο καιρός δεν ήξερε τι ήθελε. Ευτυχώς που ο Βαγγέλης Κορακάκης ξέρει τι θέλει και το επιτυγχάνει με κάθε του επαγγελματική κίνηση.

Μιλήστε μου για τα παιδικά σας χρόνια. Ήταν εύκολα; Υπήρχαν δυσκολίες; Αν ναι, τι τύπου;
Γεννήθηκα το 1961 σε αυτό εδώ τον χώρο που καθόμαστε τώρα. Τότε η ζωή ήταν πολύ διαφορετική. Ο πατέρας μου έκανε μεταφορές στην αγορά. Δεν πεινούσαμε, αλλά δεν ήμασταν ούτε και πλούσιοι. Ήμασταν άνθρωποι που ναι μεν ζούσαν φτωχικά, αξιοπρεπώς, όμως, δε.  Τότε υπήρχε φτώχια, ήταν διαφορετικά τα πράγματα, τόσο που η σημερινή γενιά ούτε που τα φαντάζεται. Τα παιδικά μου χρόνια είναι γεμάτα από πολύ ωραίες αναμνήσεις. Οι παππούδες μου ήταν Μικρασιάτες. Γενικά, δεν είχαμε πολλά πράγματα, αλλά περνούσαμε όμορφα.

Και το μπουζούκι πώς μπήκε στη ζωή σας;
Το μπουζούκι ήταν κάτι που με γοήτευε από τη στιγμή που το αντίκρισα, όταν ήμουν ακόμα παιδάκι. Ήταν κάτι που αγάπησα πάρα πολύ και που με την πρώτη ευκαιρία προσπάθησα να το αποκτήσω. Στην αρχή είχα κάτι ψεύτικα όργανα που τα ‘φτιαχνε ένας μαραγκός εδώ απέναντι. Μέχρι που κάποια στιγμή και αφού είχα ρίξει πολύ κλάμα, ο πατέρας μου πήγε και μου πήρε ένα τρίχορδο μπουζούκι. Πρέπει να ήμουν 14 χρονών. Ε, αυτό ήταν! Την περίοδο της μεταπολίτευσης είχαμε κάνει στο σχολείο ένα συγκρότημα, όπου παίζαμε τραγούδια του Θεοδωράκη, του Λοΐζου, του Ξαρχάκου. Το συγκρότημα λεγόταν “Liberta”. Κάπως έτσι άρχισε σιγά σιγά η επαφή με συναδέλφους.

Αυτοδίδακτος δεν είστε;
Ναι, ναι. Είμαι αυτοδίδακτος, δεν έχω πάει πουθενά. Μου έχουν δείξει δυο – τρία πράγματα απλά. Ένας ξάδελφος του πατέρα μου ήταν πολύ μεγάλος μπουζουκτσής, ο Αντώνης Καλημέρης. Αυτός έμενε στη Νέα Μάκρη κοντά στο σπίτι που έχουμε κι εμείς εκεί και πήγα και τον βρήκα και μου έδειξε τα ακόρντα, την πένα. Ήταν κατά κάποιο τρόπο ο άνθρωπος που μου έφερε σε πραγματική επαφή με το μπουζούκι.

Υπηρετείτε το λαϊκό – ρεμπέτικο τραγούδι πιστά τα τελευταία 30 χρόνια. Τι διαφορές παρατηρείτε στον καλλιτεχνικό χώρο του τότε συγκριτικά με το σήμερα στη νύχτα κυρίως;
Καμία. Πάντα τα πράγματα έτσι ήταν. Απλά, τότε ήταν λίγο διαφορετικά τα χρόνια. Στη δεκαετία του ’80 για παράδειγμα, είχε ξεκινήσει η αναβίωση του ρεμπέτικου και ήταν μια μαγική κατάσταση, η οποία ακόμα δεν έχει φύγει. Έχουν περάσει 32 χρόνια κι ακόμα αυτό το πράγμα μαγεύει τα παιδιά. Και τότε υπήρχε η απαισιοδοξία ότι τελειώνει το λαϊκό τραγούδι και τώρα το ίδιο. Περιμένουμε να τελειώσει, αλλά δεν τελειώνει, γιατί υπάρχει η νέα γενιά, η οποία έρχεται πολλά υποσχόμενη. Ειδικά τώρα στις μέρες μας που δεν υπάρχουν δισκογραφικές εταιρίες, άρα και δισκογραφία, νομίζω ότι θα ωφελήσει αυτή η κατάσταση τους ανθρώπους που έχουν τη δυνατότητα από μόνοι τους να βγουν και να πουν πράγματα. Παλιά είχαν το δεκανίκι της εταιρίας και των διαφόρων παραγωγών που τους στήριζαν, ενώ τώρα είναι πιο αξιοκρατικά τα πράγματα.

Είστε ο μόνος που το λέει αυτό. Όλοι υποστηρίζουν ότι «πάει η δισκογραφία, πέθανε και δεν μπορούμε να βγάλουμε τις δουλειές μας» κλπ.

Η δισκογραφία όντως έχει πεθάνει κι αυτό δεν είναι καλό. Απλά, παλιά υπήρχε μια δισκογραφική εταιρία, η οποία στήριζε κάποιον τραγουδιστή για κάποιο λόγο. Είτε έτσι είτε αλλιώς, τον έσπρωχνε. Σήμερα δεν υπάρχει η δυνατότητα αυτή. Σήμερα ο καθένας παλεύει και κάπου φτάνει με το σπαθί του. Πλέον αναγκαζόμαστε τις δουλειές που κάνουμε να τις χρηματοδοτούμε κι εμείς οι ίδιοι. Έχουν αλλάξει πάρα πολύ οι εποχές, αλλά η ουσία μένει η ίδια.

Ποιος πιστεύετε ότι είναι σήμερα ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του λαϊκού τραγουδιού από τη νέα γενιά;
Κοίταξε, υπάρχουν παιδιά που παίζουν σε ταβερνάκια και γράφουν ιστορία. Βάζω ακόμα και έναν τραγουδιστή που είναι κοντά στην ηλικία μου και ξεκίνησε με δικά μου τραγούδια, τον Ανδρεάτο. Επίσης, είναι η Νέγκα, η Σουλτάτου, η Παπάζογλου και είναι όλοι τους καταξιωμένοι τραγουδιστές πια. Να σου πω ένα παράδειγμα από τα νέα παιδιά; Είναι η Ανατολή Μαργιόλα, ο Θοδωρής Στούγιος, ο Στέλιος Γαλανός, ο Κώστας Δουμουλιάκας. Υπάρχει μια φουρνιά παιδιών, η οποία είναι πάρα πολύ καλή. Σίγουρα υπάρχουν κι άλλα παιδιά που εγώ δεν ξέρω. Το θέμα είναι να υπάρχει και δισκογραφία, να υπάρχουν και καινούρια τραγούδια. Όταν θα τελειώσει το μπουζούκι, θα ‘χει τελειώσει και η Ελλάδα.

Ο γιος σας, ακολουθεί τα βήματά σας, διατηρώντας κι εκείνος χαμηλούς τόνους. Αυτό είναι κάτι που προτίμησε ο ίδιος ή που ουσιαστικά, εσείς θέλατε;
Οι επιλογές δικές του είναι, όπως και η πορεία του. Είναι 25 χρονών και αυτή τη στιγμή βρίσκεται μέσα στον πυρήνα της νέας γενιάς παιδιών που δουλεύουν. Ο Βασίλης, πέρα του ότι έχει πάρει το βάπτισμα του πυρός μέσα σε αυτόν το χώρο που είμαστε και στον οποίον έχουμε κάνει άπειρες πρόβες παρέα με μεγάλους μουσικούς και έχει αποστηθίσει πολλά πράγματα, είναι ένα παιδί που τραβάει έναν δρόμο δικό του. Για μένα είναι πια πολύ μεγάλο στήριγμα, έχει κάνει και την ενορχήστρωση στον καινούριο δίσκο.

Μια και αναφέρατε τον καινούριο σας δίσκο, πείτε μου δυο λόγια για το «φρέσκο» σας βήμα.
Ο «Χωματόδρομος» είναι ένας δίσκος, ο οποίος έχει μια γεύση από τους πρώτους μου δίσκους. Πριν τον κάνω, βρισκόμουν σε μια περίεργη κατάσταση. Προσπαθούσα να αποφασίσω τι θα κάνω, πώς θα το κάνω, με ποιον θα το κάνω. Είχα κάνει κάποια κείμενα, τα οποία συνοδευόντουσαν από κάποια τραγούδια, αλλά ο Βασίλης, ο γιος μου, με αποθάρρυνε από αυτή την ιδέα και δίκιο είχε, γιατί δεν είμαι συγγραφέας, εγώ γράφω τραγούδια. Είχα σκεφτεί τη Μαρία Σουλτάτου που ήταν η πρώτη προσέγγιση τραγουδιστή για αυτόν τον δίσκο. Βρεθήκαμε εδώ στο σπίτι πριν 1,5 χρόνο, κάναμε κάποιες πρόβες και αυτό ήταν το πρώτο θεμέλιο για αυτόν τον δίσκο. Αποφάσισα, λοιπόν, να κάνω κάποιον δίσκο μεικτό. Έναν δίσκο με τραγούδια πιο λυρικά, με πιο ποιητικό στίχο. Δεκαπέντε τραγούδια από τα σαράντα που είχαμε και που ερμηνεύουν η Μαρία, εγώ, η Ανατολή Μαριόλα, ο Βασίλης Κορακάκης, η Ελένη Καπηλίδου, ο Θοδωρής Στούγιος και ο Άλκης Μαύρος. Ξεκινήσαμε στις 13 Νοεμβρίου 2011 τις ηχογραφήσεις. Η αιτία ήταν βέβαια και ο Αντώνης Ξηντάρης που έπαιζε κιθάρα στις πρόβες που κάναμε εδώ, ο οποίος έπρεπε να φύγει φαντάρος τέλος Νοεμβρίου και έπρεπε να τα γράψουμε πριν φύγει.

Παρακολούθησα πριν δυο εβδομάδες την παράστασή σας στο «Χαμάμ» που γίνεται όλες τις Παρασκευές του Μάη και παρατήρησα ότι ο κόσμος διασκέδαζε ουσιαστικά και όχι τυπικά. Πώς το επιτυγχάνετε αυτό;
Πρώτα από όλα, είναι οι συντελεστές πέρα από τους μουσικούς. Νομίζω ότι είναι «βαρύ πυροβολικό» η Σουλτάτου, είναι μια πολύ μεγάλη τραγουδίστρια. Την Ανατολή τη γουστάρω πάρα πολύ. Όλο αυτό το πράγμα, έχει κάτι που δεν είναι δήθεν, έχει μια επιβλητικότητα. Από την άλλη, είμαι τόσα χρόνια πάνω στο πατάρι, είμαι ένας δεινός άνθρωπος του πάλκου. Δε σου λέω αν είμαι καλός ή κακός, αυτό δεν μπορώ να το κρίνω εγώ. Όμως, την ξέρω πολύ καλά τη δουλειά. Αυτό που ξέρω πάνω από όλα είναι να εκτιμάω τον κόσμο, να τον σέβομαι. Αυτός είναι για μένα ο θεμέλιος λίθος της δουλειάς μου. Ακόμα, το Χαμάμ είναι ένας επιβλητικότατος χώρος, όπου σου δίνεται η δυνατότητα να παίξεις πράγματα δικά σου, κάτι το οποίο δεν το κάνω αλλού εύκολα.

Ποιο τραγούδι σας θεωρείτε ως το πιο σημαντικό τόσο από άποψη ερμηνείας, όσο και στίχου και μουσικής;
Αυτή δεν είναι μια εύκολη ερώτηση. Νομίζω ότι έχω πολλά σημαντικά τραγούδια. Βέβαια, το τραγούδι που έχει αγαπήσει πιο πολύ ο κόσμος είναι το «Πρώτο φθινόπωρο». Θα έλεγα, αν θέλεις, ότι είναι το σπουδαιότερο τραγούδι που έχω γράψει από θέμα απλότητας, από θέμα μελωδικής γραμμής, από θέμα εισαγωγής και από θέμα απήχησης στις ψυχές του κόσμου. Πάντα, καλό είναι ο καλλιτέχνης και ο δημιουργός να τολμούν να παίζουν τα τραγούδια τους, αλλά ο κόσμος είναι που αποφασίζει και κατατάσσει τα πράγματα.

Ας αλλάξουμε θέμα. Θα ήθελα να σχολιάσετε τα πολιτικά γεγονότα που συμβαίνουν στη χώρα μας το τελευταίο διάστημα.
Τι να σχολιάσω; Εγώ αυτόν τον σχολιασμό τον κάνω εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Θα σου πω κάποια τραγούδια μου για να καταλάβεις τι θέλω να πω. Είναι το «Μάνα που ζω», είναι το «Παλιόσκαρο» που γράφτηκε το 1996, το «Ήταν κάποτε μια χώρα» που γράφτηκε το 1993 αλλά τελικά το έβαλα στον «Χωματόδρομο». Ο τόπος μας περνάει πάρα πολύ δύσκολα. Οι πολιτικοί τον έχουν καταστρέψει κάνοντας μεγάλες απερισκεψίες χωρίς να υπολογίζουν το μέλλον του τόπου. Αυτό που θέλω να πω είναι ουαί κι αλίμονο αν περιμένουμε να σωθούμε από τους πολιτικούς ή από μία ψήφο εάν μέσα μας σαν άνθρωποι δεν μπορέσουμε να βρούμε την ισορροπία μας και την αλήθεια του καθενός. Πέρα από αυτούς, οι οποίοι μονίμως μας πετάνε το δόλωμα, το καρότο κι εμείς τρέχουμε από πίσω, θα πρέπει να κάνουμε μια βαθιά αυτοκριτική και να επανεξετάσουμε τη στάση μας. Όλη τσιμπήσαμε σε μια ζωή γεμάτη με κατανάλωση. Αυτοί ξέρουν και το στήνουν το παιχνίδι, αλλά ο κόσμος δε φταίει πλέον σε τίποτα να πληρώνει τις αμαρτίες αυτών. Όμως, πιστεύω βαθιά μέσα μου ότι σαν λαός είμαστε πολύ αξιόλογος που βρίσκουμε πάντα τη δύναμη να προχωράμε. Θα την περάσουμε αυτή τη φάση και θα στηθούμε πάλι στα πόδια μας. Άλλωστε, να σου πω και κάτι; Έχει περάσει πολύ πιο δύσκολα αυτός ο τόπος. Να κάνουμε και μια ευχή να μην περάσει δυσκολότερα.

Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η διέξοδος ή αλλιώς, η χαραμάδα που θα μας βοηθήσει να ξεφύγουμε από όλη αυτή την κατήφεια;
Πρέπει να κοιτάξουμε και να βρούμε νόημα στη ζωή. Τώρα, όλα αυτά που λέω είναι φιλολογίες και όταν ο άλλος πεινάει ή έχει χάσει τη δουλειά του, ακούγονται περίεργα. Αλλά, δε θέλω να ρίξω λάδι στη φωτιά. Δεν πρέπει να μας πάρει από κάτω αυτό το πράγμα. Έχουμε τόσο ωραίες καταστάσεις να δούμε. Ας δούμε τον ήλιο, το φως, τη θάλασσα. Ας δούμε το πόσο τυχεροί είμαστε που έχουμε γεννηθεί σε αυτόν τον τόπο που όλοι τον ζηλεύουν και όλοι τον γουστάρουν. Ας είμαστε πάνω από όλα ενωμένοι.

Μετά το «Χαμάμ», θα ακολουθήσουν συναυλίες;
Ναι, θα γίνουν κάποιες εμφανίσεις εντός και εκτός Αθηνών, αλλά μη νομίζεις ότι πλέον υπάρχουν και πολλές δουλειές. Θα πάρω τον «Χωματόδρομο» παραμάσχαλα και θα τον τρέξω όσο μπορώ.

Αφιερώστε το πιο αισιόδοξο τραγούδι σας στους αναγνώστες του ΟΡΦΕΑ.

Ξέρεις ότι πολλά αισιόδοξα τραγούδια δεν έχω, αλλά θα τους αφιερώσω τους «Άρχοντες» που είναι το πρώτο τραγούδι που είπα στη δισκογραφία το 1988 και λέει «Μα δε φοβόμαστε που ονειρευόμαστε, γιατί ελπίζουμε στο φως της ευτυχίας…».

14/5/12

Χρίστος Θεοδώρου "Ο χειρότερος εχθρός μας αυτή τη στιγμή είναι ο φόβος"


Ο Χρίστος Θεοδώρου είναι ένας δημιουργός, ο οποίος, παρά το νεαρό της ηλικίας του, έχει ήδη κάνει πολλά βήματα στον καλλιτεχνικό χώρο, ανάμεσα στα οποία είναι η συμμετοχή του στην Σπείρα – Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη. Πλέον, γράφει μουσική για μιούζικαλ, κάποια από τα οποία έχουν ήδη παρουσιαστεί με μεγάλη επιτυχία, ενώ, έχοντας στο πλευρό του εδώ και αρκετό καιρό ως μόνιμη συνεργάτιδά του τη Βικτωρία Ταγκούλη, προτείνει στο κοινό τις δικές του δουλειές. Επίσης. δηλώνει ικανοποιημένος με την ιδιότητά του ως δάσκαλος μουσικής σε δυο δραματικές σχολές. Περισσότερες πληροφορίες για τον Χρίστο Θεοδώρου δίνονται στη συνέντευξη που ακολουθεί, η οποία έγινε με αφορμή τις παραστάσεις που θα γίνουν στον Πυρήνα τα δύο τελευταία Σάββατα του Μάη.

Πείτε μου δυο λόγια για εσάς (π.χ. πού μεγαλώσατε, τι μουσική ακούγατε μικρός, τι επιρροές έχετε, πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε επαγγελματικά με τη μουσική κλπ).
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Στην εφηβεία μου άκουγα ροκ συγκροτήματα, αμέσως μετά έντεχνα ελληνικά τραγούδια Ελλήνων συνθετών και τραγουδοποιών, λαικά τραγούδια, κλασική μουσική, όπερα, μιούζικαλ, σύγχρονη ροκ, ανατολίτικη μουσική, γενικά έχω ακούσει και επηρεαστεί από όλα τα είδη της καλής μουσικής. Δέκα χρονών ξεκίνησα μαθήματα πιάνου και ένα χρόνο μετά, όταν έγραψα το πρώτο μου κομμάτι, αποφάσισα ότι θα ασχοληθώ με την μουσική.

Πώς θα χαρακτηρίζατε το ύφος της μουσικής που γράφετε;
Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορώ να χαρακτηρίσω την μουσική που γράφω, αυτό για το οποίο είμαι σίγουρος είναι ότι δίνω πολύ μεγάλη βαρύτητα στη μελωδία και ότι προσπαθώ να εκφράζω ειλικρινά τον εαυτό μου. Έχω επίσης την ανάγκη να ανανεώνομαι διαρκώς, να μην μένω στατικός στα όποια κεκτημένα μου κάθε φορά και να δίνω επίσης μεγάλη σημασία  στην ενορχήστρωση.

Εκτός από τα δύο cd με μουσικές σας που έχουν εκδοθεί, έχετε συνθέσει και μιούζικαλ. Πιστεύετε ότι τα μιούζικαλ είναι ένα είδος που αρέσει και γενικά, προτιμάται στην Ελλάδα;
Το μιούζικαλ στην Ελλάδα σαν είδος πιστεύω ότι είναι αδικημένο, γιατί δεν υπάρχει η απαραίτητη σφαιρική εκπαίδευση όπως στο εξωτερικό ,αλλά συγχρόνως αποτελεί και ένα παρθένο έδαφος όσον αφορά στην δημιουργία καινούργιων έργων. Είναι κρίμα να γίνονται μόνο αντιγραφές και διασκευές παλαιότερων επιτυχημένων έργων του εξωτερικού και να μην γράφονται καινούρια, πρωτότυπα έργα. Επίσης όταν λέμε μιούζικαλ το μυαλό μας πάει αμέσως σε 3-4 στάνταρντ που πρωτοπαίχτηκαν πριν από πάρα πολλά χρόνια στο εξωτερικό, ενώ έχουν μεσολαβήσει υπέροχα πιο πρόσφατα έργα που έχουν εξελίξει το είδος και  δεν τα ξέρουμε.

Μοιραστείτε κάποιες από τις εμπειρίες σας ως μέλους της ομάδας Σπείρα – Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη.
Η επαγγελματική εμπειρία που αποκόμισα από την συμμετοχή μου στην ομάδα Σπείρα-Σπείρα ήταν πολύτιμη για την εξέλιξή μου και συνθετικά και εκτελεστικά. Κορυφαία εμπειρία για μένα ήταν τα «Χορικά-Αιώνια Θητεία στο Κάλλος» που παίχτηκαν στην Μικρή Επίδαυρο και στο Μέγαρο Μουσικής.

Θα μπορούσατε να γράψετε μουσική, η οποία θα ερμηνευόταν από καλλιτέχνες της ευρύτερης εμπορικής σκηνής;
Προς το παρόν συνεργάζομαι σταθερά με την Βικτωρία Ταγκούλη, αλλά δεν θα έλεγα όχι σε μία συνεργασία αρκεί να με καλύπτει εκατό τοις εκατό αισθητικά και καλλιτεχνικά. Δεν θα έδινα ποτέ ένα τραγούδι μου σε κάποιον καλλιτέχνη που δεν μου αρέσει και που δεν με εκφράζει απόλυτα, μόνο και μόνο για εμπορικούς σκοπούς και για την αναγνωρισιμότητα. Ούτως ή άλλως όμως διανύουμε μια εποχή που οι εμπορικές αυτές προθέσεις έχουν ξεθωριάσει σε έναν μεγάλο βαθμό, αλλάζουν τα μέσα και οι τρόποι και είναι ευκαιρία να βρούμε την πηγή της αυθόρμητης και αληθινή μας έκφρασης μακριά από τις εμπορικές προθέσεις.

Παράλληλα με τη σύνθεση, είστε και δάσκαλος στη Δραματική Σχολή της Δήμητρας Χατούπη. Πόσο πολύ συνδέεται η ηθοποιία με τη γνώση μουσικής (πέρα από τα μιούζικαλ);
Εκτός από την Δραματική σχολή της Δήμητρας Χατούπη διδάσκω και στην Δραματική Σχολή του Γιώργου Αρμένη. Πιστεύω ότι η μουσική καλλιέργεια για έναν ηθοποιό είναι πολύ σημαντική γιατί βοηθάει στην γενικότερή του αντίληψη πάνω στην σκηνή, επίσης μέσα από την μουσική γνωρίζει το βασικό του εργαλείο που είναι η φωνή του και μαθαίνει να βρίσκει σε κάθε θεατρικό κείμενο τον κρυμμένο ρυθμό του και την μουσικότητα των λέξεων.

Αναφέρετέ μου τα ονόματα κάποιων καλλιτεχνών που θα θέλατε οπωσδήποτε να συνεργαστείτε μαζί τους.
Θα ήθελα πολύ να συνεργαστώ κάποια στιγμή με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου γιατί είναι ένας καλλιτέχνης που θαυμάζω πάρα πολύ, επίσης με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Και ένα μακρινό μου όνειρο είναι να συνεργαστώ κάποτε με τον Rufus Wainwright και τον Bob Wilson.

Ας μιλήσουμε λίγο για την επικαιρότητα. Το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας - και κυρίως το μέλλον της – είναι αμφίρροπο. Πόσο μπορεί να βοηθήσει η τέχνη σε αυτόν τον τομέα;
Η τέχνη μπορεί να βοηθήσει στις πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στις μέρες μας εκεί που βοηθούσε πάντα, από καταβολής κόσμου: στην διατήρηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ευαισθησίας, της ανθρωπιάς εναντίον της εξαθλίωσης και του εξευτελισμού και να μας βοηθήσει να είμαστε δυνατοί και να μην χάσουμε ποτέ την ελπίδα από την καρδιά μας. Να διατηρήσουμε το ανθρώπινο πρόσωπό μας, να αγαπάμε βαθιά και να εκφράζουμε όσο πιο έντονα γίνεται αυτό που έχουμε μέσα μας χωρίς φόβο. Ο χειρότερος εχθρός μας αυτή τη στιγμή είναι ο φόβος, να μην τον αφήσουμε να κυβερνήσει τις ζωές μας. Η τέχνη βοηθάει πολύ στην καταπολέμησή του γιατί αφυπνίζει τα συναισθήματα και την συνείδηση. Και δεν μιλάω φιλολογικά αλλά εντελώς πρακτικά.

Πείτε μου ένα όνειρό σας που έχει πραγματοποιηθεί και ένα ακόμα που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί.
Πάντα ονειρευόμουν να ζω από την μουσική μου και να μην χρειαστεί να κάνω κανέναν συμβιβασμό, το έχω καταφέρει και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Απραγματοποίητα έχω πολλά όνειρα ακόμα, τα οποία εύχομαι να πραγματοποιηθούν.

Ποια είναι τα σχέδιά σας για το άμεσο μέλλον;
Έχω ήδη ξεκινήσει να γράφω τα τραγούδια για το επόμενο cd με την Βικτωρία Ταγκούλη, έχουμε δύο εμφανίσεις στον Πυρήνα Σάββατο 19 και 26 Μαΐου και μετά καλοκαιρινή περιοδεία.

13/5/12

Νυχτερινή εκπομπή 13/05/2012 | Η γιορτή της μητέρας

 
 
Μάνα… Μητέρα… Μαμά… Μανούλα… Άραγε, πόσες λέξεις διαφορετικές υπάρχουν για να περιγράψουν τον άνθρωπο που μας έφερε στον κόσμο; Ακόμα, πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για τη γυναίκα που βρίσκεται στο πλευρό μας καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου μας στις λύπες, τις χαρές και σε όλα όσα μας αφορούν, ακόμα κι αν έχει φύγει από αυτή την ζωή; Η απάντηση και στα δύο ερωτήματα είναι μία. Πάρα πολλές λέξεις και πάρα πολλά τραγούδια αφορούν τη μητέρα του καθενός. Η σημερινή νυχτερινή εκπομπή, λοιπόν, είναι αφιερωμένη σε όλες εκείνες τις γυναίκες που είναι «υπεύθυνες» για την παρουσία μας σε αυτόν τον κόσμο. Επίσης, η εκπομπή αυτή αφιερώνεται στη μάνα όλων των Ελλήνων, η οποία τα τελευταία χρόνια βάλλεται από όλους, ακόμα και από εμάς τους ίδιους. Στην Ελλάδα.
 
 
 
«Μάνα μου και Παναγιά»
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Δίσκος: «Πολιτεία Α'» / 1960

* * * * *
 
«Μανούλα μου»
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Ερμηνεία: Λάκης Παππάς
Δίσκος: «Οδός Ονείρων» /1962

* * * * *
 
«Μητέρα μεγαλόψυχη»
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Στίχοι: Διονύσιος Σολωμός
Ερμηνεία: Νίκος Ξυλούρης
Δίσκος: «Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» / 1977
 
* * * * *
 
«Μαμά γερνάω»
Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Ερμηνεία: Τάνια Τσανακλίδου
Δίσκος: «Μαμά γερνάω» /1988
 
* * * * *
 
«Οι άντρες περνούν μαμά»
Μουσική: Francois Bernheim
Στίχοι: Χάρις Αλεξίου & Didier Barbelivien
Ερμηνεία: Χάρις Αλεξίου
Δίσκος: «Οδός Νεφέλης '88» / 1995
 
* * * * *
 
«Μάνα που ζω»
Μουσική: Βαγγέλης Κορακάκης
Στίχοι: Βαγγέλης Κορακάκης
Ερμηνεία: Δημήτρης Μητροπάνος
Δίσκος: «Του έρωτα και της φυγής» / 1998
 
* * * * *
«Μητέρα, φίλη μου παλιά»
Μουσική: Χάρις Αλεξίου
Στίχοι: Χάρις Αλεξίου
Ερμηνεία: Χάρις Αλεξίου
Δίσκος: «Το παιχνίδι της αγάπης» / 1998
 
* * * * *
«Της μάνας η καρδιά»
Μουσική: Γιάννης Νικολάου
Στίχοι: Alice Tori
Ερμηνεία: Παντελής Θαλασσινός & Αρχοντούλα Αφεντάκη & Μαριώ
Δίσκος: «Οι άγγελοι του έρωτα» / 2005
 
* * * * * 
«Μαμά»
Μουσική: Charles Aznavour
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Ερμηνεία: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Δίσκος: «Το παιχνίδι παίζεται» / 2010
 
* * * * * 
 
Bonus track
«Μάνα μου Ελλάς»
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Ερμηνεία: Νίκος Δημητράτος
Δίσκος: «Ρεμπέτικο» / 1983
[τυχαίο link από το YouTube]
 
 

 

2/5/12

Νίκος Σιακούφης "Μου αρέσει να ονειροβατώ στην αισιοδοξία μου"


Είναι γεγονός πως στις περιοχές εκτός της πρωτεύουσας γεννιούνται πάρα πολλοί και άξιοι νέοι καλλιτέχνες. Η  Άρτα, λοιπόν, «προσφέρει» στο μουσικόφιλο κοινό έναν καλλιτέχνη του οποίου ο δίσκος ίσως να είναι η πιο αισιόδοξη πρόταση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη δισκογραφία. Ο λόγος για τον Νίκο Σιακούφη που έρχεται για να μας γεμίσει με ευχάριστες και συνάμα μελωδικές σκέψεις μέσα από το cd του «Χάρτινα τρένα». Εκεί υπάρχουν 11 νέα κομμάτια και ένα bonus track, τα περισσότερα εκ των οποίων φέρουν την υπογραφή του ίδιου του ερμηνευτή. Περισσότερες πληροφορίες για τον Νίκο Σιακούφη υπάρχουν στη συνέντευξη που ακολουθεί.

Στο δελτίο τύπου της εταιρίας σας γράφει πως από τα 18 σας χρόνια που φύγατε από την Άρτα και για τα επόμενα 11 χρόνια περιπλανηθήκατε συνειδητοποιημένος και αφοσιωμένος στις μουσικές σας. Τι διαφορές βρίσκετε στον εαυτό σας 11 χρόνια πριν συγκριτικά με το σήμερα;  
Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι, άλλος είναι ο Νίκος που ήξερα όταν με τον ενθουσιασμό του νέου άφηνε την πόλη του να ταξιδέψει στο άγνωστο και άλλος επέστρεψε. Ίσως πολύ πιο προσγειωμένος, κάπως απογοητευμένος και κουρασμένος από πανεπιστήμια και τα εννιά χρόνια σπουδών, από το μεγάλο ταξίδι δέκα και πλέον χρόνων και σίγουρα απίστευτα επηρεασμένος από ανθρώπους και καταστάσεις. Όλη αυτή η μικρή Οδύσσεια, τα όνειρα που ξεκινούσαν και τελείωναν πριν καν συνειδητοποιήσω το πώς και το γιατί, αλλά και η απογοήτευση τις πιο πολλές φορές από τους δήθεν φίλους που θέλεις να στηριχτείς στα δύσκολα για να φύγεις πιο ψηλά, με έκαναν να επιστρέψω στην εκκίνηση του ταξιδιού μου με όπλα τις εμπειρίες της ζωής γραμμένους σε στίχους τραγουδιών. Σήμερα, η λογική είναι πιο μπροστά από τον ενθουσιασμό μέσα στο μυαλό μου και τα όνειρα αν και ετεροχρονισμένα βρίσκουν τον τρόπο να γεμίσουν με χαμόγελο τη μέρα μου και να μου δείξουν ότι μόνο με  την υπομονή γίνονται πραγματικότητα.

Κατά πόσο είναι εφικτό ένας καλλιτέχνης που μένει στην επαρχία να προωθήσει τη δουλειά του στο ευρύ κοινό;  
Αν σου αρέσει το ταξίδι, η αναζήτηση και η συνεχής πρόκληση, νομίζω πως δεν υπάρχουν πια εμπόδια. Σίγουρα η επαφή με το κέντρο είναι απαραίτητη για ρυθμιστικούς λόγους, αλλά η τεχνολογία πλέον έχει εκμηδενίσει την απόσταση και σου δίνει τη δυνατότητα να είσαι παντού και πάντα. Άλλωστε, γι αυτό υπάρχουν και οι συνεργάτες.  Όσο για τις εμφανίσεις που αναγκαστικά πρέπει να είναι μακριά από τον τόπο σου, είναι μια ευκαιρία περισσότερο για να ανακαλύψεις καινούριους κόσμους παρά δυσκολία. Ξέρω εκ των προτέρων ότι θα αναγκαστώ να αναλωθώ μεταξύ κέντρου και περιφέρειας αλλά τι αξία θα είχε η πρόκληση αν τα πάντα ήταν εύκολα; Και είμαι σίγουρος πως το κοινό θέλει να μαθαίνει για προκλήσεις που γίνονται πραγματικότητα, μοιάζει κατά κάποιο τρόπο να γίνεται αλήθεια το άπιαστο όνειρο του καθενός!

Είσαστε διατεθειμένος να μετακομίσετε στην Αθήνα για το καλό της καριέρας σας;  
Για μένα η ζωή στην Αθήνα είναι δοκιμασμένη πριν καιρό και μάλιστα ήταν και ο τελευταίος σταθμός του ταξιδιού μου πριν επιστρέψω στη Άρτα. Δεν κατάφερα ποτέ να χορέψω στους ρυθμούς της και να τραφώ από την έντασή της, ίσως δεν το άντεχε το μυαλό μου και λιγότερο το σώμα μου. Η επαρχία μου έδωσε την ελευθερία που ζητούσα, να πετάξω χωρίς χρονικά περιθώρια, να σκεφτώ όταν ήθελα, να ακούσω τους ήχους της θάλασσας και του βουνού, να περπατήσω ώρες ατελείωτες στη φύση και να γυρίσω σπίτι πιο γεμάτος από ποτέ, συνειδητοποιημένος ότι θέλω μια ζωή χωρίς να βιάζομαι να τελειώσω τη μέρα μου και να πέφτω στο κρεβάτι χωρίς να έχω τη δύναμη ούτε να ονειρευτώ. Δεν ξέρω αν η Αθήνα θα μπορούσε να μου δώσει την έμπνευση που θέλω για να προχωρήσω να γράφω τη μουσική μου, πάντως είναι σίγουρο πως πρέπει να μου δώσει πολύ περισσότερα απ’ όσα έχω για να με κερδίσει κοντά της.

Ακούγοντας προσεκτικά τον δίσκο σας «Χάρτινα τρένα» είναι ορατή η επιρροή σας από ροκ καλλιτέχνες προηγούμενων γενεών (π.χ. Βασίλης Παπακωνσταντίνου, 2002 GR κ.α.). Αυτό είναι κάτι που επιλέξατε να φανεί ή έτσι είναι το στυλ της μουσικής και της χροιάς σας;  
Οι 2002 GR, είναι μια ελληνική μπάντα του ’80 που έδωσε ένα διαφορετικό στίγμα στη ροκ αντίληψη της εποχής και γίνεται αποδεκτή μέχρι και στις μέρες μας. Όσο για τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου θα ήταν λίγο το οτιδήποτε θα έλεγα για την κορυφαία φωνή της ελληνικής ροκ σκηνής. Ποτέ όμως δεν υπήρξε μέσα μου κάποιο συγκεκριμένο πρότυπο καλλιτέχνη που θα ήθελα να μοιάσω κι αν υπήρξε στο βάθος του μυαλού μου κάποια επιρροή, σίγουρα θα ήταν κάτι πέρα από τα σύνορα της χώρας μας. Πιστεύω λοιπόν πως αυτό που μοιάζει είναι περισσότερο η χροιά της φωνής μου, παρά η ίδια μου η μουσική που αν και ακολουθεί το κλασσικό πρότυπο του ’80 και του ’90,  έχει αποκτήσει έναν πιο εναλλακτικό χαρακτήρα.

Το single σας «Υπέροχη μέρα» είναι ένα αμιγώς αισιόδοξο τραγούδι. Πάτε λοιπόν κόντρα στην κατήφεια που μας δεσπόζει;
Έχω γενικά τη τάση να πηγαίνω κόντρα σε όλα τα στραβά και τα ανάποδα της ζωής. Είναι ένας τρόπος να περνάς στην αντεπίθεση όταν νοιώθεις φορτωμένος και να ανεβαίνεις ψυχολογικά. Το «Υπέροχη μέρα» το έγραψα ενώ βρισκόμουν στην Αγγλία όπου μένει ο αδερφός μου και τον επισκέπτομαι συχνά. Εκείνη τη φορά όμως ο καιρός τα είχε βάλει πραγματικά μαζί μου, τόση βροχή και κρύο δεν έχω δει ποτέ μου. Έτσι λοιπόν κλεισμένος στο σπίτι και με την ψυχολογία στο ναδίρ, αποφάσισα να τα δω για λίγο, όλα ανάποδα. Πέταξα με το μυαλό μου στην Ελλάδα, έκανα τη βροχή λιακάδα, τον χειμώνα καλοκαίρι και έτσι γεννήθηκε το τραγούδι.

Όλα σχεδόν τα τραγούδια του δίσκου σας εκπέμπουν μια «χαμογελαστή» διάθεση. Είστε φύση θετικός άνθρωπος;  
Αν και έχω περάσει από διάφορα στάδια κατάθλιψης ανά καιρούς, στο τέλος πάντα καταφέρνω να επιβιώνω και να μένω όρθιος. Βρίσκω πάντα το κίνητρο και πείθω τον εαυτό μου ότι όλα έχουν μια λύση, απλώς πρέπει να ψάξω να τη βρω. Γενικά πάντως πιστεύω ότι εκπέμπω θετική ενέργεια και αν κρίνω από τη δεδομένη στιγμή που όλος ο κόσμος δεν είναι και στα καλύτερά του, μου αρέσει να ονειροβατώ στην αισιοδοξία μου, και επειδή είμαι χαμογελαστός άνθρωπος γενικά, αυτή μου η διάθεση μάλλον περνάει ασυνείδητα στη μουσική μου.

Πιστεύετε στη δύναμη των διαδικτυακών μέσων μαζικής ενημέρωσης; 
Είναι η αρχή και το τέλος στον κόσμο του αύριο. Και η δύναμή τους βρίσκεται στο γεγονός ότι γίνονται κάθε μέρα όλο και περισσότερα. Είναι πιστεύω η μοναδική ανεπηρέαστη φωνή που πρέπει να ακολουθήσουμε αν θέλουμε να γνωρίζουμε την αλήθεια για τα πάντα. Η τηλεόραση και οι εφημερίδες δυστυχώς έχουν πάψει προ πολλού να είναι αξιόπιστα και το κενό που αφήνουν έρχεται να το καλύψει η διαδικτυακή ενημέρωση.

Ποιο τραγούδι σας θα αφιερώνατε στους εικοσάχρονους των οποίων τα όνειρα αλλάζουν μέρα με τη μέρα λόγω των οικονομικών δυσκολιών;  
Θα ήταν εύκολο να τους αφιερώσω το «Υπέροχη μέρα» και να τους παροτρύνω να μείνουν αισιόδοξοι για το μέλλον, αλλά θα τους χάριζα τα «Χάρτινα τρένα», που για μένα συμβολίζουν τη δύναμη της λέξης «θέλω» και είναι η αφορμή που λέω σήμερα αυτή την παράγραφο.

Μια και βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, πείτε μου ποιο τραγούδι θα αφιερώνατε στους ήδη εκλεγμένους πολιτικούς μας;  
Το «Χρώμα του λάθους» και ο καθένας που θα διαβάσει αυτές τις γραμμές ας το χρωματίσει πράσινο ή μπλε…

Χαρίστε στους αναγνώστες του ΟΡΦΕΑ το πιο αισιόδοξο απόφθεγμα που πιστεύετε.   
Ό,τι κι αν χάσεις, να γελάς!